Η ιστορία μου είναι λίγο περίεργη αλλά αξίζει τον κόπο να σας την πω και ελπίζω στο μέλλον να έχει happy end γιατί ακόμα είναι νωρίς για να ξέρω...
Όλα ξεκίνησαν ένα Κυριακάτικο καλοκαιρινό πρωινό (Ιούλιος συγκεκριμένα) όταν αποφάσισα όπως κάθε βδομάδα να πάω με την κολλητή μου, την Μάρθα, για μπάνιο στην παραλιακή. Αφού καταφέραμε με τα πολλά να παρκάρουμε στο μαγαζί, στου οποίου την παραλία πήγαμε για μπάνιο, και ήμασταν τόσο τυχερές που βρήκαμε και ξαπλώστρα είχαμε χαλαρώσει και απολαμβάναμε τον ήλιο.
Είχαμε τσεκάρει από άλλες φορές ότι στη συγκεκριμένη παραλία συχνάζουν ωραία αγόρια αλλά πραγματικά έπαθα σοκ όταν βγήκε από την θάλασσα ένα αγόρι τόσο όμορφο που ούτε στα όνειρά μου δεν είχα δει. Καθόταν δύο ξαπλώστρες δίπλα από τις δικές μας με έναν φίλο του και από εκείνη τη στιγμή τον έπιασα πολλές φορές να κρυφοκοιτάζει προς το μέρος μας και να σιγοψιθυρίζει κάτι με το φίλο του... Ήθελα να του μιλήσω αλλά δεν ήξερα τι να του πω- δεν είμαι πολύ καλή σ` αυτά, ντρέπομαι- και κατά βάθος ευχόμουν να μου μιλήσει αυτός! Κάποιες φορές ευτυχώς οι ευχές πιάνουν!
Κάποια στιγμή αποφασίσαμε με την Μάρθα να πάμε να κολυμπήσουμε. Είχαμε ζεσταθεί τόσο πολύ από την ηλιοθεραπεία που σηκωθήκαμε αμέσως και τρέξαμε στην θάλασσα. Και τότε έγινε αυτό που ο καθένας εύχεται να μην του συμβεί ποτέ. Βγαίνουμε από την θάλασσα ένα τέταρτο αργότερα και ξαφνικά συνειδητοποιούμε ότι μας είχαν κλέψει τις τσάντες μας. "Μάρθα που είναι τα πράγματά μας;" ήταν η πρώτη μου αντίδραση ενώ ένιωθα να σταματάει ο κόσμος. Η Μάρθα είχε πάθει τέτοιο σοκ που δεν μπορούσε να αρθρώσει λέξη. Αφού μας πήρε κάποια δευτερόλεπτα να καταλάβουμε τι είχε συμβεί αρχίσαμε να ρωτάμε τους γύρω μας αν είχαν δει κάτι... Οτιδήποτε. Οι ξαπλώστρες μας βέβαια ήταν πάνω πάνω και ήταν κάπως δύσκολο να είχε δει κάποιος κάτι. Τρέξαμε πανικόβλητες στην ασφάλεια του μαγαζιού για βοήθεια ενώ δεν ξέραμε τι να πρωτοσκεφτούμε. Δεν είχαμε τίποτα. Ούτε κινητά, ούτε ρούχα, ούτε λεφτά, ούτε κλειδιά. Μόνο 2 πετσέτες...
Τότε ξαφνικά με πλησιάζει ο ωραίος και με ρώτησε αν είμαι καλά και αν μπορεί να βοηθήσει. Στην κατάσταση που ήμουν εγώ εκείνη τη στιγμή δεν ασχολήθηκα καν με το γεγονός ότι ο κούκλος βρήκε τρόπο να με πλησιάσει ωστόσο του είπα αν μπορεί να μου δανείσει το κινητό του για να πάρω κάποια τηλέφωνα. Μου το έδωσε και μάλιστα με βοήθησε να ψάξω για τα πράγματά μας, ενώ προσφέρθηκε να μας πάει στο σπίτι, μιας και μας είχαν κλέψει τα κλειδιά του αυτοκινήτου. Όσο περιμέναμε έξω από το αστυνομικό τμήμα για να κάνει δήλωση η Μάρθα και για τις δυο μας, την οποία συνόδεψε ο φίλος του παιδιού, γύρισε ξαφνικά και μου είπε: "Χρήστος by the way". "Αχ ναι συγγνώμη δε συστηθήκαμε. Πολίνα", του απαντάω χαμογελώντας. Μιλήσαμε αρκετή ώρα, είπαμε πολλά για μας ενώ ο Χρήστος μου έδωσε και τη μπλούζα του να φορέσω αφού ήμουν με το μαγιώ και είχε αρχίσει να σκοτεινιάζει. Μέχρι που κατέβηκαν τα παιδιά από το τμήμα και πήγαμε προς το αυτοκίνητό τους για να μας πάνε σπίτι. Να σημειωθεί ότι μένουμε πολύ μακριά τους ωστόσο όχι μόνο μας πήγαν σπίτι αλλά μας περίμεναν να φωνάξουμε κλειδαρά, να πάρουμε τα εφεδρικά κλειδιά του αυτοκινήτου και μας ξαναπήγαν πίσω στο μαγαζί για να πάρουμε το αυτοκίνητό μας. Είχε ήδη βραδιάσει. Τότε σκέφτηκα ότι πρέπει να κάνω κάτι πριν τελειώσει έτσι άδοξα όλο αυτό. Έτσι μάζεψα το θάρρος μου και είπα στο Χρήστο: "Δώσε μου το κινητό σου. Θα σε πάρω οπωσδήποτε να πάμε για καφέ. Σου χρωστάω κέρασμα. Μου έσωσες τη ζωή σήμερα" και ο Χρήστος μου απάντησε με νόημα: "Εννοείται κούκλα μου όποτε θες".
Μία εβδομάδα αργότερα και αφού είχαν μπει τα πράγματα σε μια τάξη αποφάσισα να μαζέψω ξανά το θάρρος μου και να τον πάρω τηλέφωνο. Έτσι του τηλεφώνησα ένα βράδυ και κανονίσαμε να πάμε λίγες μέρες αργότερα για ποτό. Ήμουν πολύ περίεργη αν θα μου αρέσει τόσο πολύ γιατί τον γνώρισα κάτω από αντίξοες συνθήκες. Όταν έφτασα στο σημείο που είχαμε δώσει ραντεβού ο Χρήστος ήταν ήδη εκεί και με περίμενε. Όταν τον είδα συνειδητοποίησα ότι μου αρέσει περισσότερο απ` όσο φανταζόμουν. Ήταν πραγματικά πολύ όμορφος. Από το ύφος του κατάλαβα ότι και αυτού του άρεσα πολύ. "Wow. Είσαι πανέμορφη. Μια κούκλα. Πολύ διαφορετική από την παραλία", μου είπε χαρακτηριστικά. Πήγαμε για ποτό, μιλούσαμε για πολύ ώρα και στο τέλος ο Χρήστος μου είπε: "Έχεις καταλάβει νομίζω ότι μου αρέσεις". "Ε.. μάλλον", είπα εγώ και τότε με φίλησε. Δεν μπορώ να σας περιγράψω το συναίσθημα αλλά ήμουν ενθουσιασμένη. Έχουμε βγει άλλες 2-3 φορές από τότε.
Ωστόσο, ο Χρήστος σε λίγες μέρες φεύγει στη Γερμανία για δουλειά και πραγματικά εύχομαι κάθε μέρα να γίνει κάτι και να μείνει... Δεν θέλω να τελειώσει έτσι άδοξα αυτή η ιστορία. Ξέρω ότι αν φύγει δεν θα τον ξαναδώ και πραγματικά μακάρι να είχα το θάρρος (για 3η φορά) να του ζητήσω να μείνει. Δεν ξέρω αν ήταν καρμικό να τον γνωρίσω αλλά σίγουρα η ζωή μού πήρε τόσα πράγματα αξίας για να μου δώσει ένα ανεκτίμητης: τον Χρήστο. Και πραγματικά αν μου έφερναν μπροστά μου τον κλέφτη... ένα πράγμα μόνο θα του έλεγα... Σ` ευχαριστώ!